Γερμανικές εκλογές: Ο Όλαφ Σολτς δεν το βάζει κάτω
22 Ιανουαρίου 2025«Τι θα θέλατε να γράφουν για εσάς τα μελλοντικά βιβλία της ιστορίας;» ρωτούσε η εφημερίδα Tagesspiegel του Βερολίνου τον Όλαφ Σολτς τον Σεπτέμβριο του 2024. Σύντομη και χαρακτηριστική ήταν η απάντηση του 66χρονου καγκελάριου: «Καλό είναι να φυλάγεται κανείς από τους πολιτικούς που κάνουν τέτοιες σκέψεις είτε πριν είτε κατά τη διάρκεια της θητείας τους».
Έκτοτε όμως, το ζήτημα αυτό θα πρέπει να έχει απασχολήσει τον Όλαφ Σολτς. Διότι αν χάσει τις πρόωρες εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου και τον διαδεχθεί στην καγκελαρία ο Φρίντριχ Μερτς, επικεφαλής της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης (CDU), τότε οι ιστορικοί θα θυμούνται τον Σολτς ως τον Σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο με την πιο σύντομη, μέχρι στιγμής, θητεία στη μεταπολεμική Γερμανία.
Στωϊκός, αλλά και αισιόδοξος
Και όμως, ο Σολτς επιμένει και ποντάρει στη νίκη. Με την ίδια υπομονή και επιμονή, με την οποία κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές του 2021. Και τότε οι δημοσκοπήσεις έδειχναν το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) στο 15%, μόλις τρεις μήνες πριν από την κάλπη. Όμως ο Όλαφ Σολτς συνέχισε απτόητος, ενώ από την πλευρά τους οι Χριστιανοδημοκράτες έκαναν λάθη, με αποτέλεσμα τελικά το SPD να κατακτήσει την πρώτη θέση με 25,7%.
Πολλές αντιξοότητες αντιμετώπισε ο Όλαφ Σολτς στη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας. Κανένας καγκελάριος πριν από αυτόν δεν είχε να αντιμετωπίσει τόσα πολλά προβλήματα στη διάρκεια της θητείας του. Μόλις τρεις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία και έκτοτε η Γερμανία επιχειρεί να παράσχει στρατιωτική βοήθεια στο Κίεβο, χωρίς όμως να εμπλακεί η ίδια στον πόλεμο. Στην προσπάθειά του να τηρήσει ισορροπίες, ο Όλαφ Σολτς κατηγορήθηκε για υποχωρητικότητα. Ο ίδιος κάνει λόγο για «σύνεση».
Ο πόλεμος είχε βέβαια και άλλες δυσάρεστες συνέπειες: ενεργειακή κρίση, πληθωρισμό, σκιές ύφεσης στην οικονομία. Σε όλα αυτά προστίθενται η ευρωπαϊκή διαμάχη για το άσυλο και οι πρωτοφανείς εκλογικές επιτυχίες των ακροδεξιών κομμάτων.
Διαρκείς ενδοκυβερνητικές αντιπαραθέσεις
Η «συγκυβέρνηση» Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων μετά τις εκλογές του 2021 δεν ήταν παρά μία λύση ανάγκης, προκειμένου να διασφαλιστεί επαρκής κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Πολύ γρήγορα έγιναν εμφανείς οι αντιθέσεις ανάμεσα σε δύο κόμματα με αριστερό πρόσημο και μία πολιτική δύναμη που πρεσβεύει τις αρχές του οικονομικού φιλελευθερισμού.
Παρά ταύτα, ο Όλαφ Σολτς δεν φαίνεται να εντυπωσιάζεται από την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού στις δημοσκοπήσεις, ακόμη και όταν ο ίδιος χαρακτηρίζεται «εξαιρετικά αντιδημοφιλής» καγκελάριος. Λαμβάνει υπόψη του τις δημοσκοπήσεις, αλλά δεν τις σχολιάζει, ούτε προσαρμόζει την πολιτική του σε αυτές. Υπολογίζοντας ότι θα καλύψει το χαμένο έδαφος, δεν ήθελε καν να προσφύγει σε πρόωρες εκλογές.
Νομικός, υπουργός, καγκελάριος
Για τον Σολτς η καγκελαρία ήταν το αποκορύφωμα μίας μακράς πολιτικής σταδιοδρομίας. Ως αντιπρόεδρος της νεολαίας του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, εξέφραζε θέσεις ριζοσπαστικές και επικριτικές για την καπιταλιστική οικονομία. Αργότερα έμαθε τον τρόπο που λειτουργεί η οικονομία και η επιχειρηματικότητα, καθώς εργάστηκε για πολλά χρόνια ως δικηγόρος με δικό του γραφείο στο Αμβούργο και με ειδίκευση στο εργατικό δίκαιο.
Διετέλεσε δήμαρχος, αλλά και υπουργός Εσωτερικών στην τοπική κυβέρνηση του Αμβούργου, υπουργός Εργασίας στον πρώτο «μεγάλο συνασπισμό» Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών υπό την Άνγκελα Μέρκελ και από το 2018 υπουργός Οικονομικών και αντικαγκελάριος σε μία νέα έκδοση του «μεγάλου συνασπισμού».
Αποφασιστικής σημασίας ήταν και η θητεία του ως Γενικός Γραμματέας του SPD την περίοδο 2002-2004, στο πλευρό του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ. Την εποχή εκείνη του είχαν προσκολλήσει το παρατσούκλι «Scholzomat», το οποίο αποτελεί σύνθεση του επιθέτου του («Scholz») και της λέξης «Automat», που σημαίνει «αυτόματος πωλητής». Ισχυρίζονταν ότι, ως Γενικός Γραμματέας του SPD, ο Σολτς μιλούσε με τυποποιημένες τεχνοκρατικές φράσεις, ωσάν να ήταν μία μηχανή με αποστολή να «πουλάει» την κυβερνητική πολιτική, χωρίς καμία έκφραση συναισθημάτων.
Η δύσκολη αναρρίχηση στην ηγεσία
Το 2019, όταν το SPD αναζητούσε νέα ηγεσία, ο Σολτς εμφάνισε ένα διαφορετικό πρόσωπο, πιο ζωηρό, πιο εκφραστικό. Γεμάτος αυτοπεποίθηση διακήρυξε ότι ο ίδιος είχε τις περισσότερες πιθανότητες να αναλάβει τα ηνία του κόμματος. Ωστόσο, οι Σοσιαλδημοκράτες προτίμησαν μία «διπλή ηγεσία» με έντονα αριστερά χαρακτηριστικά, τη Σάσκια Έσκεν και τον Νόρμπερτ Βάλτερ-Μπόργιανς.
Έτσι, ο Σολτς υπέστη μία μάλλον απρόσμενη ήττα. Αλλά σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία, επέδειξε για μία ακόμα φορά την ικανότητά του να μην πτοείται και απλά να συνεχίζει. Ως υπουργός Οικονομικών τα επόμενα χρόνια επικεντρώθηκε στο χαρτοφυλάκιό του. Άφησε ελεύθερο το πεδίο στους νέους επικεφαλής του SPD, στους οποίους παρέμεινε πιστός, αποφεύγοντας κάθε αιχμή για την απειρία τους. Εκείνοι του το ανταπέδωσαν, καθώς το SPD τον ανακήρυξε υποψήφιο για την καγκελαρία στις εκλογές του 2021.
Ως καγκελάριος, ο Όλαφ Σολτς ακολούθησε την ίδια τακτική. Μιλούσε μόνο όταν ήταν απολύτως απαραίτητο. Αγνοώντας ίσως ότι ένας ηγέτης πρέπει να διαθέτει και κάποιες ικανότητες επικοινωνίας. Η κοινή γνώμη, αλλά και το ίδιο του το κόμμα, τον πίεζαν να αλλάξει τακτική, να γίνει πιο ομιλητικός, πιο συναισθηματικός. Αλλά ο Όλαφ Σολτς παρέμεινε αυτός που πάντα ήταν.
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου