Βιολογικά προϊόντα μαζικής πλέον κατανάλωσης
20 Απριλίου 2021«Ήμασταν αυτοί που τρώγαμε μόνο σιτηρά, οι τρελοί». Όταν η Γκέρτρουντ και ο Χέρμπερτ Πφάιφερ προς το τέλος του 1970 αποφάσισαν να φτιάξουν ένα αγρόκτημα με οικολογικά κριτήρια στα περίχωρα της Φρανκφούρτης, χωρίς λιπάσματα και φυτοφάρμακα, ήρθαν αντιμέτωποι με τον σκεπτικισμό πολλών. «Σας δίνω μόνο τρία χρόνια, μετά θα το εγκαταλείψετε, μας είχε πει τότε ένας άλλος αγρότης». Αυτά θυμάται σήμερα ο 74χρονος ιδιοκτήτης της πρωτοποριακής φάρμας. Ο δύσπιστος αγρότης έκανε λάθος στις προβλέψεις του, όπως έδειξε η ιστορία.
Από την άλλη πλευρά η οικογένεια Πφάιφερ στα χρόνια που ακολούθησαν επέκτεινε τη βιολογική φάρμα της από 10 σε 70 εκτάρια. Στη συνέχεια ήρθαν κοντά τους κι άλλοι αγρότες και τη δουλειά ανέλαβε ο γιος τους Αντρέας, σήμερα 50 χρονών. Όταν ήταν παιδί, μια ασθένειά του έστρεψε τους γονείς του στον υγιεινό τρόπο ζωής, τα βιολογικά τρόφιμα και την προστασία του περιβάλλοντος. Βήμα-βήμα μετέτρεψαν μια εργασία μερικής απασχόλησης σε πλήρη απασχόληση, με διευρυμένη μάλιστα γκάμα παραγωγικών δραστηριοτήτων. Το 1980 ίδρυσαν την ένωση βιολογικών καλλιεργητών Bioland και έκτοτε θεωρούνται πρωτοπόροι των βιολογικών προϊόντων. Το μικρό αγρόκτημα, το οποίο αρχικά ήταν ανοιχτό τέσσερις μέρες την εβδομάδα, προσφέρει πλέον μια μεγάλη ποικιλία βιολογικών προϊόντων, όχι μόνο φρούτα και λαχανικά αλλά και βιολογικό κρέας, από βοδινό μέχρι πουλερικά, τα οποία φτάνουν στις προθήκες με όλες τις σύγχρονες πιστοποιήσεις ποιότητας και βιολογικών μεθόδων παραγωγής.
Ο κορωνοϊός ευνόησε την αγορά βιολογικών προϊόντων
Όπως αναφέρει ο 74χρονος Χέρμπερτ Πφάιφερ η αγορά βιολογικών προϊόντων στο πέρασμα των χρόνων κέρδιζε ολοένα περισσότερους πελάτες, ειδικά κάθε φορά που ξεσπούσε ένα διατροφικό σκάνδαλο. Το αποκορύφωμα ήρθε όμως την περίοδο της πανδημίας του κορωνοϊού. «Οι πελάτες περίμεναν στην αρχή της πανδημίας κάνοντας ουρά στο δρόμο» αναφέρει. Η ίδια τάση παρατηρήθηκε ευρύτερα στην αγορά βιολογικών τροφίμων.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Οικολογικών Αγροτικών Καλλιεργειών BÖLW, το 2020, δηλαδή την πρώτη χρονιά της πανδημίας, οι Γερμανοί ξόδεψαν περίπου 15 δις ευρώ για βιολογικά τρόφιμα και ποτά.Οι πωλήσεις αυξήθηκαν, σύμφωνα με υπολογισμούς, κατά 22,3%. Όπως εξηγεί ο Γκέραλντ Βέντε, διευθύνων σύμβουλος αγροτικής πολιτικής και επικοινωνίας από την Bioland, οι καταναλωτές δίνουν ολοένα μεγαλύτερη προσοχή «στην ποιότητα και προέλευση του φαγητού κι έτσι καταλήγουν στα βιολογικά προϊόντα, που προέρχονται όσο το δυνατόν πιο άμεσα από το χωράφι».
Πολλά υποσχόμενος βιομηχανικός κλάδος
Οι βιολογικές καλλιέργειες αυξάνονται σταθερά. Η Bioland ακολουθεί αυτή την εξέλιξη και βάσει δικών της στοιχείων έχει επεκταθεί σε 8504 εκμεταλλεύσεις, που καλύπτουν συνολικά 475.068 εκτάρια. Είναι έτσι η μεγαλύτερη ένωση βιολογικής γεωργίας στη Γερμανία. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια προϊόντα της Bioland έφτασαν ακόμη και στα ράφια εκπτωτικών σούπερ-μάρκετ, όπως το Lidl. Αν και η απόφαση αυτή αρχικά προκάλεσε αντιδράσεις, πλέον φαίνεται να επιβεβαιώνεται.«Με την επέκταση των συνεργασιών μας στο λιανικό εμπόριο, φτάνουμε σε περισσότερους καταναλωτές που διαφορετικά δεν θα είχαν πρόσβαση στα προϊόντα μας» τονίζει ο Βέντε.
Σύμφωνα με την BÖLW από το 1991 και τη σχετική ευρωπαϊκή οδηγία για τις βιολογικές καλλιέργειες και τα οικολογικά στάνταρντ αγροτικής παραγωγής και επεξεργασίας, αναπτύσσεται σταθερά η βιομηχανία βιολογικών τροφίμων. Μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις, όπως συμβαίνει με τις γερμανικές ενώσεις Bioland και Demeter, οι εθνικές προδιαγραφές ποιότητας υπερβαίνουν τις ευρωπαϊκές απαιτήσεις. Για την Bioland δεν χωρά αμφιβολία ότι η κλιματική αλλαγή και ο κίνδυνος διαταραχής της βιοποικιλότητας καθιστούν πλέον επιτακτική την ευθυγράμμιση της γεωργίας με οικολογικά κριτήρια.
Μίχαελ Μπάουερ, Σεμπάστιαν Γκόλνοφ, dpa
Επιμέλεια: Δήμητρα Κυρανούδη