«Απαράμιλλη (μη) διπλωματική προσβολή»
13 Απριλίου 2022Ο Γερμανός Πρόεδρος Φρανκ Βάλτερ Στάινμαϊερ επρόκειτο να ταξιδέψει μαζί με τον Πολωνό ομολογό του στο Κίεβο. Το ταξίδι του ματαιώθηκε διότι δεν φαίνεται να είναι αρεστός στην ουκρανική κυβέρνηση. Στο παρελθόν ο Γερμανός Πρόεδρος είχε ακολουθήσει μια φιλορωσική πολιτική την οποία την προηγούμενη εβδομάδα χαρακτήρισε λανθασμένη. Η Stuttgarter Zeitung σχολιάζει: «Μια απαράμιλλη (μη) διπλωματική προσβολή. Ο Ουκρανός Πρόεδρος Ζελένσκι διαμήνυσε στον Γερμανό ομόλογό του ότι προς το παρόν δεν αποδίδει σημασία στην επίσκεψή του στο Κίεβο. Ο Γερμανός Πρόεδρος είναι ανεπιθύμητος στη χώρα που πλήττεται από τη βία του Πούτιν. Ισχύει όμως αυτό και για τη γερμανική βοήθεια, η οποία- αν και καθυστερημένα- μεταφράζεται σε μια εκτεταμένη αποστολή όπλων; Κανείς δεν περιμένει ευγνωμοσύνη για αυτό, αλλά ίσως λίγη περισσότερη ευαισθησία. Η παρατεταμένη τύφλωση του Στάϊνμάγερ για την αληθινή φύση του Πούτιν μπορεί να μην διορθώνεται από μακριά, αλλά θα ήταν έξυπνο, ιδίως σε καιρό πολέμου, να μπορεί κάποιος να κάνει το διαχωρισμό ανάμεσα σε πραγματικούς εχθρούς και δύσκολους φίλους».
Παρόμοια άποψη έχει και η Frankfurter Allgemeine Zeitung: «Δεν ήταν σοφή απόφαση να χαρακτηριστεί ανεπιθύμητο πρόσωπο ο Γερμανός Πρόεδρος. Κάτι τέτοιο δεν κάνει πιο πιθανή την επίσκεψη του (καγκελάριου) Σολτς στο Κίεβο. Από αυτή την προσβολή ο Πούτιν θα αποκομίσει την ελπίδα ότι δημιουργούνται οι πρώτες ρωγμές στο στρατόπεδο των αντιπάλων του. Με όλη την κατανόηση για την απελπιστική κατάσταση των Ουκρανών, όποιος έχει έναν εχθρό όπως ο Πούτιν δεν θα έπρεπε να επιβαρύνει τις σχέσεις του με τους φίλους του, ειδικά τη σχέση του με τον μεγαλύτερο χρηματοδότη του».
«Η αμαρτία της Γερμανίας είναι η εξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια»
«Η αμαρτία της Γερμανίας είναι η εξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια» είναι ο τίτλος της συνέντευξης που παραχώρησε ο πρώην υπ. Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου στο Spiegel. Κάνει μια σύγκριση μεταξύ της Ελλάδας τότε και της Γερμανίας σήμερα: «Πριν από την κρίση του ευρώ, η Ελλάδα είχε συσσωρεύσει ένα τεράστιο βουνό χρέους... Εκείνη την εποχή στο Βερολίνο έλεγαν: «Πρέπει να βάλετε τάξη και να πάρετε σκληρές αποφάσεις!». Η αμαρτία μας ήταν το υψηλό χρέος, η αμαρτία της Γερμανίας είναι η τεράστια εξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια. Δεν είναι λογικό να κάνουμε παραλληλισμούς και να λέμε ότι είναι καιρός η Γερμανία να αναλάβει τις ευθύνες της;». Ο κ. Παπακωνσταντίνου τονίζει πως θα πρέπει να επιβληθούν κυρώσεις όσον αφορά το πετρέλαιο και το φυσικό άεριο, διαφορετικά δεν θα τελείωσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. ενώ επισημαίνει: «Φυσικά, ένα εμπάργκο φυσικού αερίου θα συνεπαγόταν υψηλό κόστος για τη Γερμανία, αλλά αυτό σήμαιναν για εμάς οι μεταρρυθμίσεις μας εκείνη την εποχή. Το ελληνικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 27% ως αποτέλεσμα των μέτρων λιτότητας. Κορυφαίοι οικονομολόγοι στη Γερμανία προειδοποιούν τώρα για μια οικονομική ύφεση 2,3, ίσως και 6%. Αυτό δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να αντέξει η γερμανική οικονομία;».
Τα εγκλήματα στη Συρία τότε και η Ουκρανία σήμερα
H Süddeutsche Zeitung σχολιάζει, με αφορμή τα εγκλήματα πολέμου στη Συρία, τη στάση της Δύσης απέναντι στη Ρωσία: «Νταράα, Χαλέπι, Γκούτα. Η Ρωσία τρομοκρατεί Σύρους αμάχους από το 2015. Όμως παρ' όλες τις φρικιαστικές εικόνες που οι άνθρωποι έστελναν στον κόσμο χρόνο με το χρόνο ως προειδοποίηση και έκκληση για βοήθεια, παρ' όλες τις στοχευμένες ρωσικές αεροπορικές επιδρομές σε νοσοκομεία, καταυλισμούς προσφύγων, σχολεία και αγορές, όπως τις βλέπουμε και στην Ουκρανία, δεν επιβλήθηκαν κυρώσεις εναντίον του ρωσικού καθεστώτος. Ο Πούτιν έχει συνηθίσει τη διστακτικότητα της Δύσης. Ξέφυγε από όλα τα εγκλήματα πολέμου. Η Μπούτσα θα μπορούσε να αποτραπεί, εάν ο Πούτιν είχε λογοδοτήσει νωρίτερα. Εάν είχε συνειδητοποιήσει ότι οι πόλεμοί του έχουν συνέπειες για τον ίδιο, για τη χώρα του, για τους υποστηρικτές του. Η Συρία όμως δεν ήταν ποτέ αρκετά σημαντική για τη Δύση... Τα δυτικά κράτη θα πρέπει όμως να κατανοήσουν ότι οι κόκκινες γραμμές που ξεπερνιούνται κάπου αλλού δεν μπορούν να μείνουν αναπάντητες. Το οφείλουν στα θύματα της Ουκρανίας και της Συρίας».
Μαρία Ρηγούτσου